Χειρουργική του καρπού και της άκρας χειρός

Σύνδρομο καρπιαίου σωλήνα

Ένα από τα πλέον συχνά προβλήματα των χεριών, ιδιαίτερα στις γυναίκες, είναι το σύνδρομο του καρπιαίου σωλήνα.

Το μέσο νεύρο του χεριού πορεύεται κατά μήκος της παλαμιαίας επιφάνειας του αντιβραχίου και καταλήγει στα δάκτυλα, αφού διέλθει διά του καρπιαίου σωλήνα. Ο καρπιαίος σωλήνας είναι οστεοϊνώδης σωλήνας και το έδαφός του αποτελούν τα οστά του καρπού και την οροφή του ο εγκάρσιος σύνδεσμος του καρπού. Το περιεχόμενό του, εκτός από το μέσο νεύρο, είναι οι 9 τένοντες που εκτελούν τις κινήσεις κάμψεως των δακτύλων και του αντίχειρα. Ο σωλήνας είναι ανένδοτος και οποιαδήποτε αύξηση του όγκου των περιεχομένων ιστών οδηγεί αναπόφευκτα σε πίεση του μέσου νεύρου, που είναι και το πιο ευπαθές.

Τα αίτια που είναι δυνατόν να οδηγήσουν σε πίεση του μέσου νεύρου στον καρπιαίο σωλήνα είναι πολλά. Τα πλέον συνήθη είναι:

  • Έντονη χρησιμοποίηση των χεριών.
  • Επαναλαμβανόμενες κινήσεις κάμψεως του καρπού.
  • Φλεγμονώδεις παθήσεις, με συνηθέστερη μορφή τη ρευματοειδή αρθρίτιδα.
  • Ενδοκρινολογικές διαταραχές όπως είναι ο υπερθυρεοειδισμός ή οι ορμονικές διαταραχές μετά την εμμηνόπαυση και κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης.
  • Μεταβολικά νοσήματα, κυρίως ο σακχαρώδης διαβήτης.
  • Ανατομικές ανωμαλίες.
  • Τοπικοί όγκοι.

Τα συμπτώματα εκδηλώνονται κυρίως με μούδιασμα στα δάκτυλα που νευρώνονται από το μέσο νεύρο και στο μισό παράμεσο. Τα δάκτυλα που εμπλέκονται περισσότερο, είναι ο δείκτης και ο μέσος. Στην αρχή το μούδιασμα έρχεται και παρέρχεται, ενώ αργότερα γίνεται μόνιμο και εμφανίζεται κυρίως τις πρωινές ώρες και πολλές φορές ξυπνά τον πάσχοντα. Τα συμπτώματα αυτά για άγνωστο λόγο υποχωρούν ή βελτιώνονται με την ανύψωση του μέλους και επιδεινώνονται σε καταστάσεις όπου ο καρπός βρίσκεται σε κάμψη, όπως στην οδήγηση, ακόμα και στο διάβασμα της εφημερίδας. Συχνά εμφανίζεται πόνος κεντρικότερα του καρπού, στη μεσότητα του αντιβραχίου και στον αγκώνα, ενώ μερικές φορές μπορεί να φτάσει μέχρι τον βραχίονα και τον ώμο. Υπαισθησίες ή παραισθησίες μπορεί να υπάρχουν σε ολόκληρο το χέρι και η απώλεια της αισθήσεως οδηγεί σε αδυναμία σταθερής σύλληψης, με αποτέλεσμα να πέφτουν τα αντικείμενα από το χέρι. Μυϊκή αδυναμία και ατροφίες εμφανίζονται σε παραμελημένες καταστάσεις και εκδηλώνεται με αδυναμία πλήρους χρησιμοποιήσεως του αντίχειρα.

Η διάγνωση επιτυγχάνεται με τη σωστή κλινική εξέταση και επιβεβαιώνεται με τον εργαστηριακό έλεγχο (ηλεκτρομυογράφημα). Θα πρέπει να σημειωθεί ότι σε ένα σημαντικό ποσοστό ασθενών το ηλεκτρομυογράφημα δεν επιβεβαιώνει την κλινική εκτίμηση, η οποία θεωρείται και η πλέον σημαντική. Σπανιότερα απαιτούνται ειδικές εξετάσεις για τον καθορισμό της αιτιολογίας της νόσου. Η θεραπεία είναι δυνατόν να είναι συντηρητική ή χειρουργική. Ελαφρές μορφές αντιμετωπίζονται με νυχτερινούς νάρθηκες και αποφυγή κινήσεως κάμψεως του καρπού. Η ανάπαυση οδηγεί στη μείωση του ερεθισμού της περιοχής. Ταυτόχρονα η χορήγηση μη στεροειδών αντιφλεγμονωδών φαρμάκων ενισχύει την αποτελεσματικότητα της θεραπείας. Η έγχυση κορτιζόνης στον καρπιαίο σωλήνα έχει προταθεί σαν θεραπεία σε επιλεγμένες περιπτώσεις.

Στους ασθενείς που δεν ανταποκρίνονται στη συντηρητική αγωγή, καθώς και στους ασθενείς με έντονα σημεία πιέσεως, είναι απαραίτητη η χειρουργική διάνοιξη. Η εγχείρηση γίνεται με τοπική αναισθησία στην περιοχή του καρπού. Η αποσυμπίεση του μέσου νεύρου επιτυγχάνεται κατόπιν διατομής του εγκαρσίου συνδέσμου. Μετεγχειρητικά η αφαίρεση των ραμμάτων γίνεται μετά από 10-14 μέρες, ενώ η πλήρης δραστηριότητα του χεριού επανέρχεται σε χρονικό διάστημα περίπου 3 – 4 εβδομάδων

Ρίκνωση Παλαμιαίας Απονεύρωσης – Νόσος Dupuytren

Η νόσος Dupuytren αποτελεί μία πάθηση που επηρεάζει την παλάμη και τα δάκτυλα του χεριού, προκαλώντας πάχυνση και σύγκαμψη των δακτύλων. Επί το πλείστον, τα δάκτυλα που προσβάλλονται είναι ο παράμεσος και το μικρό δάκτυλο.

Η πάθηση παρουσιάζεται συχνότερα σε άνδρες ηλικίας άνω των 40 ετών, ενώ σε πολλές περιπτώσεις χαρακτηρίζεται ως κληρονομική. Μερικοί από τους γνωστότερους προδιαθεσικούς παράγοντες είναι:

-κάπνισμα

-διαβήτης

-θυρεοειδής

-επιληψία

Τα αίτια εμφάνισης της νόσου Dupuytren δεν είναι σαφή, ενώ σε καμία περίπτωση δεν οφείλεται σε τραυματισμό ή κάκωση του πάσχοντος χεριού.

Ένα από τα πιο χαρακτηριστικά συμπτώματα της νόσου αποτελεί η εμφάνιση ενός «εξογκώματος», υπό μορφή οζιδίου, στην παλάμη. Σε αρχικά στάδια της νόσου, το οζίδιο αυτό είναι ανώδυνο και δεν επηρεάζει τον ασθενή.

Ωστόσο, με την πάροδο του χρόνου, η διόγκωση επεκτείνεται σταδιακά τόσο στο υπόλοιπο τμήμα της παλάμης όσο και κατά μήκος των δακτύλων. Δεν είναι λίγες οι φορές, που η σκλήρυνση παίρνει τη μορφή μίας «χορδής» εσωτερικά του δέρματος, προσομοιάζοντας πολύ σε τένοντα.

Όταν πλέον η σκλήρυνση φτάσει έως το δάκτυλο, τότε εξαιτίας της ρίκνωσης της απονεύρωσης το δάκτυλο παραμένει σε κάμψη, λυγίζοντας προς την παλάμη. Στο στάδιο αυτό, ο ασθενής ξεκινά να αντιμετωπίζει δυσκολία στη διεξαγωγή καθημερινών κινήσεων και δραστηριοτήτων, λόγω της αδυναμίας έκτασης του πάσχοντος δακτύλου.

Ο ασθενής παρατηρεί σημαντική δυσκολία σε απλές κινήσεις, όπως η τοποθέτηση της παλάμης σε έκταση πάνω στο τραπέζι ή ακόμα και στην προσπάθειά του να βγάλει τα κλειδιά ή το πορτοφόλι από την τσέπη του.

Σε πολύ προχωρημένα στάδια και όταν η νόσος εντοπίζεται στα χέρια και τα πόδια, τότε η εξέλιξή της είναι ταχύτατη.

Για τη διάγνωση της νόσου, απαραίτητη είναι η κλινική εξέταση από εξειδικευμένο ορθοπαιδικό χειρουργό. Ο ιατρός ψηλαφίζοντας την περιοχή, εντοπίζει τον όζο και κρίνει τη σοβαρότητά του. Επιπλέον, συλλέγεται το ιατρικό ιστορικό του ασθενούς, για τυχόν κληρονομική προδιάθεση.

Σε πρώιμα στάδια της νόσου, συνίσταται η συντηρητική θεραπεία με αντιμετώπιση μόνο των συμπτωμάτων του πόνου και διατήρηση της μέγιστης δυνατής κινητικότητας..Επιπλέον τα τελευταία 8 έτη υπάρχει η δυνατότητα έγχυσης ενζύμων κολλαγενάσης στην πάσχουσα περιοχή,που στην πλειοψηφία των περιπτώσεων σε αρχικά έως και μεσαία στάδια της νόσου οδηγεί στη διαδερμική διατομή της ρίκνωσης και στην αποκατάσταση της κίνησης.Η θεραπεία αυτή γίνεται σε 2 στάδια στο ιατρείο και έχει αυστηρούς κανόνες εφαρμογής προς αποφυγή των σοβαρών κινδύνων που συνδέονται με τη χρής της συγκεκριμένης φαρμακευτικής ουσίας.

Η χειρουργική θεραπεία της νόσου Dupuytren αποτελεί τη μοναδική οριστική και ενδεδειγμένη λύση και πραγματοποιείται όταν υφίστανται οι παρακάτω ενδείξεις:

  • Δυσκολία εκτέλεσης καθημερινών κινήσεων, περιορίζοντας τον ασθενή ακόμη και στην εργασία του.
  • Σύγκαμψη της μετακαρποφαλαγγικής άρθρωσης περίπου 20ο – 30ο, καθώς και της μεσοφαλαγγικής άρθρωσης κατά περίπου 20ο.
  • Αδυναμία απαγωγής των δακτύλων εξαιτίας της ρίκνωσης της απονεύρωσης ανάμεσα στα γειτονικά δάκτυλα.

Η επιλογή της χειρουργικής τεχνικής στη  θεραπεία της νόσου Dupuytren εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από το στάδιο της νόσου και μπορεί να περιλαμβάνει:

  • Διαδερμική διατομή της παλαμιαίας απονεύρωσης: Η μέθοδος πραγματοποιείται υπό τοπική αναισθησία, ακόμη και στο ιατρείο. Τοποθετείται σε πολλαπλά σημεία βελόνα κάτω από το δέρμα, η οποία διανοίγει σταδιακά τις χορδές.
  • Ολική αφαίρεση της απονεύρωσης: Ο ιατρός αφαιρεί ριζικά την πάσχουσα απονεύρωση τόσο στην παλάμη, όσο και στα δάκτυλα.
  • Εκτομή δέρματος: Η μέθοδος αυτή συστήνεται συνήθως σε ιδιαίτερα προχωρημένα στάδια της νόσου. Κατά τη μέθοδο αυτή, απομακρύνεται η προσβληθείσα απονεύρωση και το γειτονικό πάσχον δέρμα. Στη θέση του δέρματος που αφαιρέθηκε, τοποθετείται μόσχευμα, το οποίο συλλέγεται από τον βραχίονα του ασθενούς.
  • Υφολική αφαίρεση της απονεύρωσης: Ο ορθοπαιδικός χειρουργός εκτελεί μικρές τομές στο δέρμα, μέσω των οποίων αφαιρείται τμήμα της παλαμιαίας απονεύρωσης. Στόχος είναι η ανακούφιση των συμπτωμάτων, αν και τα ποσοστά επιδείνωσης της νόσου είναι υψηλά.

Κατά τη μετεγχειρητική πορεία, ο ασθενής λαμβάνει φαρμακευτική αγωγή για ελαχιστοποίηση του πόνου, ενώ δεν χρειάζεται παραμονή στο νοσοκομείο. Ο πόνος είναι ελεγχόμενος, ενώ υφίσταται οίδημα στο χέρι, το οποίο σταδιακά υποχωρεί.

Απαραίτητη είναι η κίνηση του χεριού, ακόμη και αν προκαλείται πόνος, ώστε να μειωθεί η δυσκαμψία.

Τα αποτελέσματα της χειρουργικής θεραπείας είναι εντυπωσιακά, αφού σχεδόν στο 85% των περιπτώσεων, δεν υπάρχει μελλοντική υποτροπή. Η επέμβαση προσφέρει άμεσα και οριστικά αποτελέσματα με σύντομο χρόνο αποκατάστασης και δίχως μετεγχειρητικές επιπλοκές.

Στενωτική τενοντοελυτρίτιδα De Quervain

Αναφέρεται σαν στενωτική τενοντοελυτρίτιδα του πρώτου ραχιαίου διαμερίσματος του καρπού ( μάκρος απαγωγός του αντίχειρα και βραχύς εκτείνοντας τον αντίχειρα). Η νόσος του De Quervain’s αποτελεί ουσιαστικά μια στενωτικού τύπου τενοντοελυτρίτιδα των δύο εκ των τενόντων του αντίχειρα. Συνήθως εμφανίζεται σε αθλήματα με ρακέτα. Οι αθλητές, οι χειρώνακτες και τα άτομα που ασχολούνται συστηματικά με τους ηλεκτρονικούς υπολογιστές εμφανίζουν συχνά προβλήματα με τους τένοντες στα χέρια τους.

Ωλένια απόκλιση του καρπού με τον αντίχειρα στην παλάμη ( δοκιμασία Finkelstein) αναπαράγει τα γενικά συμπτώματα του ασθενούς. Η αναπαραγωγή του πόνου κατά τη διάρκεια της δοκιμασίας αυτής αποτελεί σχεδόν παθογνωμονικό τέστ για την πάθηση.

Η θεραπεία περιλαμβάνει την τροποποίηση της δραστηριότητας, νάρθηκα, τοπικές εγχύσεις με κορτικοστεροειδή, παυσίπονα, μεσοθεραπεία με κολλαγόνο , υαλουρονικό και PRP. Επι εμμονής των συμπτωμάτων γίνεται χειρουργική διάνοιξη του ελύτρου.
Γενικά τα άτομα τα οποία χρησιμοποιούν τα χέρια τους σε επαναλαμβανόμενες και δυναμικές δραστηριότητες ανήκουν στην ομάδα υψηλού κινδύνου να εμφανίσουν την στενωτική τενοντοελυτρίτιδα του De Quervain’s.

Ανατομία
Η τενοντοελυτρίτιδα του De Quervain’s επηρεάζει τον μακρό απαγωγό και βραχύ εκτείνοντα τένοντες του αντίχειρα.
Οι τένοντες αυτοί περιλαμβάνονται μέσα σε μια δεσμίδα συνδετικού ιστού δημιουργώντας ένα κανάλι μέσα στο οποίο ολισθαίνουν επιτελώντας τον σκοπό τους.

Επαναλαμβανόμενες κινήσεις του αντίχειρα δημιουργούν συνθήκες φλεγμονής στους τέντοντές του και στα περιβάλλοντα έλυτρά τους.

Η φλεγμονή αυτή μπορεί να οδηγήσει σε τοπικό οίδημα με άμεσο αποτέλεσμα την δυσκολία ολίσθησης των τενόντων μέσα στο κανάλι τους. Το γεγονός αυτό προκαλεί πόνο στη βάση του αντίχειρα ο οποίος πολλές φορές είναι τόσο δυνατός που αναγκάζει το άτομο να διακόψει την εργασία του.

Ασθενείς με ρευματοειδή αρθρίτιδα εμφανίζουν συχνά το νόσημα ενώ σε άλλες περιπτώσεις ένας τραυματισμός στους τένοντες του αντίχειρα μπορεί να δημιουργήσει ουλή παρεμποδίζοντας την φυσιολογική λειτουργία των τενόντων.

Οι ασθενείς παραπονούνται συνήθως για :

  • πόνο στην βάση του αντίχειρα ο οποίος επιδεινώνεται με τις κινήσεις του καρπού του δακτύλου.
  • Οίδημα μπορεί να εμφανιστεί σε οξείες καταστάσεις στη βάση του αντίχειρα.
  • Αίσθημα δυσκολίας επιτέλεσης της κίνησης της έκτασης και απαγωγής του αντίχειρα λόγω μηχανικής παρεμπόδισης αυτής.

Η διάγνωση της τενοντοελυτρίτιδας του De Quervain’s είναι ουσιαστικά κλινική. Ο Ορθοπαιδικός εξετάσει τον ασθενή και θέτει την διάγνωση. Οι ακτινολογικές εξετάσεις γίνονται με σκοπό να αποκλειστούν άλλα νοσήματα όπως μια αρθρίτιδα στον καρπό η οποία έχει τελείως διαφορετική θεραπευτική αντιμετώπιση.

ΣΥΝΤΗΡΗΤΙΚΗ ΑΓΩΓΗ
Ο κύριος στόχος της θεραπείας του στενωτικής τενοντοελυτρίτιδας του De Quervain είναι η ανακούφιση του πόνου που προκαλείται από τον ερεθισμό και το τοπικό οίδημα.

Νάρθηκας. Η χρησιμοποίηση του νάρθηκα μπορεί να προσφέρει ανακούφιση από τα έντονα συμπτώματα αφού σταθεροποιεί τον αντίχειρα και την άρθρωση του καρπού.

Αντιφλεγμονώδη φαρμακευτική αγωγή. Τα αντιφλεγμονώδη φάρμακα που λαμβάνοντα από το στόμα ή χορηγούνται ενδομυϊκά αντιμετωπίζουν τον πόνο και τη φλεγμονή. Η μακροχρόνια όμως χρήση τους δεν συστήνεται.

Αποφυγή των δραστηριοτήτων που προκαλούν τον πόνο και το οίδημα. Αυτό και μόνο το γεγονός μπορεί να εξαλείψει οριστικά τα συμπτώματα.

Κορτιζόνη. Η τοπική έγχυση κορτιζόνης μέσα στο έλυτρο που καλύπτει τους τένοντες βοηθά στον περιορισμό του οιδήματος και του πόνου. Η κατάχρηση όμως της κορτιζόνης δεν έχει ένδειξη.

ΧΕΙΡΟΥΡΓΙΚΗ ΘΕΡΑΠΕΙΑ
Αν η συντηρητική αγωγή δεν αντιμετωπίσει το άλγος και τη δυσλειτουργία του ασθενούς η χειρουργική επέμβαση θα δώσει και την οριστική θεραπεία.

Η διάρκεια της χειρουργικής επέμβασης είναι 10 λεπτά και γίνεται υπο ίσχαιμο περίδεση και τοπική αναισθησία.

Ο σκοπός του χειρουργείου είναι να απελευθερώσει τους τένοντες από το κάλυμά τους ώστε να μπορούν να λειτουργήσουν κανονικά δίχως τριβές που δημιουργούν τον φαύλο κύκλο της φλεγμονής. Το δέρμα συρράπτεται με τεχνική πλαστικής χειρουργικής για το καλύτερο δυνατό αισθητικό αποτέλεσμα. Το ράμμα που χρησιμοποιείται είναι βιοαπορροφήσιμο και δεν χρειάζεται αφαίρεση.

Μετά το τέλος του χειρουργείου ο καρπός και το χέρι καλύπτεται με ειδική βαμβακοταινία και ελαστικό επίδεσμο και τοποθετείται σε ανάρτηση.

Μετεγχειρητικά ο ασθενής λαμβάνει αντιβιοτική και παυσίπονη αγωγή για 3 ημέρες.

Εκτινασσόμενος Δάκτυλος (Τrigger finger)

Εκτινασσόμενος δάκτυλος είναι η πάθηση κατά την οποία υπάρχει η αίσθηση ότι το δάκτυλο «κλειδώνει» ή «πιάνεται» κατά την κάμψη ή έκταση. Η κλινική αυτή κατάσταση έχει λάβει την ονομασία της, γιατί  όταν ο ασθενής προσπαθεί να τεντώσει (εκτείνει) το δάκτυλο από τη θέση της κάμψης όπου «κλειδώνει», αυτό εκτινάσσεται σαν σκανδάλη. Ο ασθενής αναφέρει συχνά ότι το δάκτυλο «κλείνει και δεν ανοίγει» ή «ανοίγει και δεν κλείνει», ενώ σε αρχόμενες περιπτώσεις συναντά δυσκολία στην κάμψη και έκταση. Σε προχωρημένες καταστάσεις, το δάκτυλο παραμένει στην «κλειδωμένη» θέση κάμψης και αδυνατεί να τεντώσει. Πώς δημιουργείται; Ο εκτινασσόμενος δάκτυλος είναι γνωστός και ως στενωτική τενοντοελυτρίτιδα  και οφείλεται σε φλεγμονή και επακόλουθη πάχυνση και στένωση του ινώδους ελύτρου που καλύπτει τον καμπτήρα τένοντα στη βάση του δακτύλου. Με την πάροδο του χρόνου ακολουθεί δευτεροπαθής πάχυνση του τένοντα με δημιουργία οζιδίων που παρεμποδίζει την ομαλή ολίσθηση του τένοντα κάτω από το ινώδους έλυτρο. Παράγοντες κινδύνου Άτομα που η εργασία τους ή τα χόμπι τους απαιτούν επαναλαμβανόμενες κινήσεις σύλληψης με την παλάμη έχουν μεγαλύτερο κίνδυνο να αναπτύξουν την πάθηση. Ατομα με σακχαρώδη διαβήτη ή ρευματοειδή αρθρίτιδα είναι πιο ευάλωτα στην ανάπτυξη της πάθησης. Οι γυναίκες προσβάλλονται πιο συχνά. Τους πρώτους 6 μήνες μετά από χειρουργείο αποκατάστασης συνδρόμου καρπιαίου σωλήνα. Ποια τα συμπτώματα; Δυσκαμψία του δακτύλου περισσότερο το πρωί. Πόνος, θερμότητα και φλεγμονή  στη βάση του δακτύλου παλαμιαία. Αίσθηση «κρότου» ή «κλικ» κατά την κίνηση του δακτύλου. Ευαισθησία ή ψηλαφητή διόγκωση στην παλάμη αντίστοιχα με τη βάση του δακτύλου. Πιάσιμο ή κλείδωμα του δακτύλου σε κάμψη που κατά την προσπάθεια να τεντώσει εκτινάσσεται σε έκταση με «κρότο». Κλείδωμα του δακτύλου σε κάμψη με αδυναμία έκτασης. Τα συμπτώματα συμβαίνουν περισσότερο το πρωί κατά την προσπάθεια του ατόμου να συγκρατήσει σταθερά κάποιο αντικείμενο αλλά και όταν προσπαθήσει να εκτείνει το δάκτυλο. Μπορεί να είναι ήπια στην αρχή και προοδευτικά γίνονται πιο σοβαρά. Ο εκτινασσόμενος δάκτυλος μπορεί να συμβεί σε οποιοδήποτε δάκτυλο και στον αντίχειρα. Μπορεί να συμβαίνει ταυτόχρονα σε περισσότερα από ένα δάκτυλο του ενός χεριού ή και στα δύο χέρια. Διάγνωση Ο εκτινασσόμενος δάκτυλος διαγιγνώσκεται με την  κλινική εξέταση του δακτύλου. Γίνεται κάμψη-έκταση του δακτύλου για να διαπιστωθεί πιθανό «κλείδωμα» σε κάμψη του δακτύλου με επακόλουθη εκτίναξη σε έκταση. Παράλληλα, γίνεται ψηλάφηση της βάσης του δακτύλου για ύπαρξη πόνου, φλεγμονής και ψηλαφητής διόγκωσης. Δεν απαιτείται να γίνουν κάποιες εξετάσεις. Θεραπεία Συντηρητική θεραπεία Τα αντιφλεγμονώδη μπορεί να μειώσουν τη φλεγμονή και τον πόνο αλλά δεν είναι πολύ πιθανό να αποτρέψουν την παγίδευση του τένοντα και ο εκτινασσόμενος δάκτυλος συνήθως παραμένει. Ανάπαυση του χεριού Ο ασθενής θα πρέπει να αποφύγει δραστηριότητες με συχνό σφίξιμο του χεριού, σύλληψη αντικειμένων ή παρατεταμένη χρήση  χειρωνακτικών μηχανημάτων που προκαλούν δόνηση. Ήπιες ασκήσεις κινησιοθεραπείας του δακτύλου για να αποφευχθεί ή εμπλοκή σε κάμψη.   Τοπική ένεση κορτικοειδούς Η έγχυση του κορτικοστεροειδούς γίνεται υπό τοπική αναισθησία γύρω ή πάνω στο παχυσμένο έλυτρο του τένοντα και καταφέρνει να θεραπεύσει τη φλεγμονή του ελύτρου και του τένοντα αποκαθιστώντας πάλι την ομαλή ολίσθηση του τένοντα και την απρόσκοπτη κίνηση του δακτύλου. Η θεραπεία μπορεί να απαιτεί και δεύτερη ένεση αλλά είναι συχνά πολύ αποτελεσματική. Η διάρκεια της αποτελεσματικότητας μέχρι να γίνει υποτροπή ποικίλει. Χειρουργική  Διατομή του παχυσμένου ινώδους ελύτρου με μικρή τομή 1 cm  στην παλάμη υπό τοπική αναισθησία και διάνοιξη του παθολογικού ελύτρου  οπότε και διαπιστώνεται άμεσα διεγχειρητικά η ελεύθερη κίνηση του δακτύλου και η πλήρης αποκατάσταση της κινητικότητας και λειτουργικότητας του δακτύλου. Μετεγχειρητικά, ο ασθενής ξεκινά άμεσα ήπια ενεργητική και παθητική κίνηση του δακτύλου. Σε περίπτωση που δεν τοποθετηθούν απορροφήσιμα ράμματα, αφαιρούνται σε 10-14 ημέρες.

Κατάγματα του καρπού και του χεριού

Τα κατάγματα αυτού του τύπου εάν δεν έχουν παρεκτοπιστεί (δεν έχουν φύγει από τη θέση τους) η απλή εφαρμογή κάποιου νάρθηκα ή γύψου για 4 με 5 εβδομάδες αρκεί για την πώρωση τους (για να κολλήσουν). Όταν τα κατάγματα αυτά έχουν φύγει από τη θέση τους πρέπει να γίνει κάποιος χειρισμός ανάταξης (επαναφοράς δηλ. του παρεκτοπισμένου κομματιού στη θέση του) και στη συνέχεια εφαρμογή γύψου. Το κάταγμα πάντα πρέπει άμεσα να ελέγχεται με ακτινογραφίες για να είμαστε σίγουροι για τη σωστή ανάταξη. Επίσης πρέπει τις πρώτες εβδομάδες το κάταγμα να επανελέγχεται ακτινολογικά διότι ακόμη και μέσα στο γύψο μπορεί να φύγει από τη θέση του. Τέλος σε κατάγματα που είναι ιδιαίτερα ασταθή και συντριπτικά ή σε κατάγματα που η προσπάθεια ανάταξης δεν πετύχει αποδεκτή θέση , έχει θέση η χειρουργική θεραπεία. Η σύγχρονη τεχνολογία  παρέχει ιδιαίτερα εξελιγμένα υλικά οστεοσύνθεσης των καταγμάτων που βοηθούν σημαντικά το έργο του χειρουργού. Ωστόσο εδώ μετρά πάνω από όλα η εμπειρία και η εξειδίκευση του  χειρουργού άκρας χειρός για την επίτευξη ενός άριστου αποτελέσματος. Όσον αφορά στα κατάγματα των δακτύλων και των μετακαρπίων ισχύουν οι ίδιες βασικές αρχές αντιμετώπισης τους. Σε αυτά τα κατάγματα , όποιο τρόπο θεραπείας και αν επιλέξει ο θεράπων Ορθοπαιδικός, πρέπει να μη  ξεχνά ότι η μακρά σε διάρκεια ακινητοποίηση πολύ εύκολα οδηγεί σε δυσκαμψία του χεριού , επιπλοκή που είναι εξαιρετικά δυσάρεστη στον ασθενή. Για το λόγο αυτό η έγκαιρη κινητοποίηση είναι πολύ σημαντική.

Αφαίρεση γαγγλίων, κύστεων, οζιδίων

Τα γάγγλια ή αλλιώς γαγγλιακές κύστεις είναι καλοήθεις όγκοι που συνήθως εξορμούνται μια άρθρωση ή από τα έλυτρα των τενόντων. Το περιεχόμενο τους είναι βλεννώδες (σαν ζελατίνη), αποτελούμενο κατά κύριο λόγο από υαλουρονικό. Τα γάγγλια είναι πιο συχνά στις γυναίκες και μπορεί να εμφανιστούν οπουδήποτε στο σώμα. Κυριότερες θέσεις εμφάνισης αποτελούν ο καρπός, ο άκρος πόδας, η ποδοκνημική και το γόνατο. Η ηλικίες στις οποίες εμφανίζονται τα γάγγλια είναι από 10 έως 80 έτη με την μεγαλύτερη συχνότητα εμφάνισης να γίνεται μεταξύ 20 και 50 ετών.

Το μέγεθος τους είναι γύρω στα 3 cm και μπορεί να εμφανιστούν είτε ξαφνικά είτε σταδιακά. Ο πόνος μπορεί να είναι το μόνο σύμπτωμα, αλλά οι περισσότερες γαγγλιακές κύστεις είναι ανώδυνες. Όταν υπάρχει ο πόνος, είναι αποτέλεσμα της πίεσης που προκαλεί η κύστη σε ένα νεύρο ή άλλο μαλακό μόριο. Οι γαγγλιακές κύστεις που εμφανίζονται στο πόδι ή στην ποδοκνημική προκαλούν προβλήματα και ενοχλούν τους ασθενείς με τα υποδήματα.
Στο χέρι τα γάγγλια εντοπίζονται στο 70% στην ραχιαία επιφάνεια του καρπού, το υπόλοιπο 30% εντοπίζεται στην παλαμιαία επιφάνεια του καρπού καθώς και στις βάσεις των δακτύλων. Τις περισσότερες φορές πρόκειται για μία κύστη, αλλά κάποιες φορές μπορεί να συνυπάρχουν και περισσότερες μικρότερου μεγέθους οι οποίες επικοινωνούν πιο εν τω βάθει.
Ανατομία.
Ο καρπός είναι μια περιοχή που σχηματίζεται από δύο στοίχους μικρών οστών, 8 τον αριθμό, τα οστά του καρπού τα οποία αρθρώνονται μεταξύ τους σχηματίζοντας πολλές αρθρώσεις. Όλες αυτές οι αρθρώσεις περιβάλλονται από έναν σκληρό ιστό, τον αρθρικό θύλακο, ο οποίος σχηματίζει την αρθρική κοιλότητα, χώρος που είναι γεμάτος με αρθρικό υγρό. Το αρθρικό υγρό προσφέρει την απαραίτητη ‘’λίπανση’’ στην άρθρωση έτσι ώστε να γίνονται οι κινήσεις χωρίς τριβή των οστών. Οι αρθρώσεις του καρπού σταθεροποιούνται από έναν μεγάλο αριθμό συνδέσμων. Οι γαγγλιακές κύστεις αναδύονται από την αρθρική κοιλότητα από σχισμές ή ευένδοτα σημεία των συνδέσμων. Το περιεχόμενο τους με τον καιρό γίνεται όλο και πιο συμπυκνωμένο, με αποτέλεσμα η κύστη να γίνεται όλο και πιο σκληρή με το πέρασμα του χρόνου.
Αιτίες.
Τι δημιουργεί τις γαγγλιακές κύστεις, ακόμα δεν έχει ξεκαθαριστεί. Η κυρίαρχη άποψη για την δημιουργία των γαγγλίων προτείνει ότι κάποιου είδους στρες ( υπέρχηση, τραυματικό) προκαλεί είτε την δημιουργία ‘’κήλης’’ σε κάποιο σημείο του αρθρικού θυλάκου (η κήλη αυτή με το πέρας του χρόνου δίνει την γέννηση της γαγγλιακής κύστης), είτε οδηγεί στην έξοδο ή παραγωγή αρθρικού υγρού στους ιστούς γύρω από την άρθρωση. Το υγρό αυτό προκαλεί κάποιου είδους αντίδραση και ο οργανισμός το περιβάλλει με μια ψευδομεμβράνη, σχηματίζοντας έτσι το γάγγλιο. Και οι δύο θεωρίες έχουν τα μειονεκτήματα τους. Το μόνο αποδεδειγμένο γεγονός είναι ότι οι γαγγλιακές κύστεις επικοινωνούν με την αρθρική κοιλότητα και μάλιστα με τρόπο τέτοιο που επιτρέπεται η κίνηση υγρού από την άρθρωση στο γάγγλιο άλλα όχι το ανάποδο (μηχανισμός βαλβίδας).
Προδιαθεσικοί παράγοντες.
-Η ηλικία και το φύλο. Οι γαγγλιακές κύστεις εμφανίζονται συχνότερα στις γυναίκες και στην ηλικία των 20 με 30.
-Οστεοαρθρίτιδα. Άτομα με οστεοαρθριτικού τύπου αλλοιώσεις στις άπω αρθρώσεις των δακτύλων έχουν μεγάλη πιθανότητα να εμφανίζουν γάγγλια κοντά σε αυτές.
-Κακώσεις της άρθρωσης ή των τενόντων. Αρθρώσεις και τένοντες που έχουν ιστορικό τραυματισμού είναι πολύ πιο επιρρεπείς στην εμφάνιση γαγγλιακών κύστεων.
Συμπτώματα.
Οι γαγγλιακές κύστεις γύρω από τον καρπό συνήθως είναι ανώδυνες. Μπορεί να προκαλούν πόνο σε περιπτώσεις που γειτνιάζουν με νευρικούς κλάδους ή προκαλούν πιεστικά φαινόμενα σε πέριξ δομές. Τα μεγάλα γάγγλια και ανώδυνα να είναι, ενοχλούν την αισθητική του ασθενούς. Τα μικρά γάγγλια τα οποία συνήθως εμφανίζονται στην ρίζα των δακτύλων και δεν είναι εμφανή, αυτά είναι κατά πλειοψηφία επώδυνα.
Η τυπική εικόνα ενός γαγγλίου είναι:
-Μια μαλακή μάζα κοντά σε μια άρθρωση (πχ του καρπού) με μέγεθος μεταβαλλόμενο.
Το μέγεθος κυμαίνεται από 1 έως 3 εκατοστά και είναι συνήθως μη κινητή.
-Μπορεί να εμφανιστούν σταδιακά ή ξαφνικά, να μεγαλώσουν με το πέρας του χρόνου ή να υποστρέψουν και να εξαφανιστούν ξαφνικά, όπως εμφανίστηκαν.
-Τα περισσότερα είναι ανώδυνα. Προκαλούν πόνο μόνο μετά από υπερκόπωση ή από τραυματισμό της περιοχής ή και της γειτονικής άρθρωσης.
-Ο πόνος είναι συνήθως συνεχόμενος, διαξιφιστικός και μπορεί να επιδεινώνεται κατά τις κινήσεις της παρακείμενης άρθρωσης.
-Όταν η γαγγλιακή κύστη εξορμάται από το έλυτρο ενός τένοντα, τότε ο ασθενής μπορεί να νοιώθει αδυναμία στις κινήσεις που εκτελεί ο τένοντας.

Θεραπεία.
Η αρχική θεραπεία ΔΕΝ είναι χειρουργική.
*Παρακολούθηση.
Επειδή οι γαγγλιακές κύστεις είναι καλοήθεις, επειδή μπορεί να υποστρέψουν, η παρακολούθηση του μεγέθους τους ή τυχόν αλλαγής στο σχήμα είναι το πρώτο βήμα της αντιμετώπισης.
*Ακινητοποίηση.
Η χρήση ενός νάρθηκα είναι ιδιαίτερα χρήσιμη για την μείωση του πόνου σε περιπτώσεις που η γαγγλιακή κύστη είναι επώδυνη μετά από τραυματισμό ή υπέρχρηση.

*Αναρρόφηση.
Σε περιπτώσεις που η γαγγλιακή κύστη προκαλεί προβλήματα στην κίνηση του χεριού ή είναι επώδυνη, μπορούμε να την ‘’αδειάσουμε’’ με μια σύριγγα. Αυτή είναι η μέθοδος εκλογής.
*Φυσιοθεραπεία.
Χρησιμοποιείται κάποιες φορές μετά από την χειρουργική ή και από την συντηρητική αντιμετώπιση. Η φυσιοθεραπεία έχει σαν στόχο να μάθει στον ασθενή ασκήσεις με τις οποίες θα κινητοποιήσει τις παρακείμενες αρθρώσεις, αποβλέποντας στην μείωση του οιδήματος και του αισθήματος δυσφορίας. Επίσης θα υποδειχθούν ασκησιολόγια με τα οποία ο ασθενής θα αυξήσει την δύναμη δραγμού του χεριού, την ευκαμψία και την ιδιοδεκτικότητα με απώτερο σκοπό την αποκατάσταση της βέλτιστης λειτουργικότητας του καρπού και της άκρας χειρός.
*Χειρουργική εξαίρεση.
Αυτή συνήθως γίνεται με τοπική αναισθησία. Τα ποσοστά όμως επανεμφάνισης είναι αρκετά υψηλά.. Η ανάνηψη μετά από την χειρουργική αφαίρεση διαφέρει από ασθενή σε ασθενή και έχει σχέση με το μέγεθος της γαγγλιακής κύστης και το μέγεθος της χειρουργικής επέμβασης.

Συνήθως η επιστροφή στις προηγούμενες δραστηριότητες γίνεται μετά την 2η εβδομάδα με ελάχιστες περιπτώσεις να φτάνουν τις 6 εβδομάδες. Οι πλειοψηφία των ασθενών πάντως έχουν άριστα αποτελέσματα με την χειρουργική επέμβαση.

Σύνδρομα παγίδευσης περιφερικών νεύρων

Ωλένια νευρίτιδα του αγκώνα

Η ωλένια νευρίτιδα του αγκώνα ανήκει στις παγιδευτικές νευροπάθειες και οφείλεται στην πίεση του νεύρου καθώς αυτό περνά στην αύλακα του ωλενίου στην έσω πλευρά του αγκώνα .(Είναι το ψηλαφητό αυλάκι κάτω από την οστέινη προεξοχή στον αγκώνα έσω). Το νεύρο μπορεί να πιέζεται και ψηλότερα σε όλες αυτές τις ινώδεις δομές που φαίνονται στην εικόνα. Εμφανίζεται κύρια σε ανθρώπους που εργάζονται χειρονακτικά. Η κάμψη του αγκώνα επιδεινώνει τα συμπτώματα. Πολλές φορές άνθρωποι που κοιμούνται με λυγισμένους αγκώνες ξυπνούν με «μουδιασμένα» χέρια και μπορεί να αναπτύξουν μόνιμη συμπτωματολογία. Το κύριο σύμπτωμα είναι το μούδιασμα σε μικρό και παράμεσο δάκτυλο. Σε επόμενο στάδιο όταν επηρεαστεί και ο κινητικός κλάδος του νεύρου (νευρώνει τους περισσότερους ίδιους μύες του χεριού) εμφανίζεται και αδυναμία στο χέρι που μπορεί να εξελιχθεί σε σημαντική ανικανότητα και μόνιμη αναπηρία.

Θεραπευτικά στην αρχή αντιφλεγμονώδη ανάπαυση αλλαγή συνηθειών νάρθηκες και ίσως προσεκτική έγχυση κορτιζόνης μπορεί να βοηθήσει. Όταν όμως συμμετέχει και ο κινητικός κλάδος χρειάζεται χειρουργική αποσυμπίεση του νεύρου. Στο χειρουργείο υπό γενική  αναισθησία ή μασχαλιαίο block γίνεται παρασκευή του νεύρου σε όλο το μήκος του και ίσως μεταφορά του στο πρόσθιο μέρος του αγκώνα.

Οστεοαρθρίτιδα του καρπού και του χεριού